Με ιστορική ομιλία αφιερωμένη στους Αγίους Πέντεκαιδεκα Ιερομάρτυρες συνεχίστηκαν στην Ιερά Μητρόπολη Πολυανής και Κιλκισίου, οι δεκαήμερες λατρευτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις, προς τιμήν των Πολιούχων του Κιλκίς και Εφόρων της ακριτικής Μητροπόλεως.
Το απόγευμα της Παρασκευής 25 Ιανουαρίου 2022, στον περικαλλή I. Ναό των Πολιούχων, μετά την Παράκληση, παρουσία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πολυανής και Κιλκισίου κ. Βαρθολομαίου, ο Πανoσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Επιφάνιος Θεοδωρίδης, Πρωτοσυγκελλεύων της Ιεράς Μητροπόλεως, ανέπτυξε με ιστορική τεκμηρίωση και θεολογική ενάργεια το θέμα: «Άγιοι Πεντεκαίδεκα Ιερομάρτυρες: Από το ευλογημένο μαρτύριο στο προσφυγικό Κιλκίς».
Ο ομιλητής ξεκίνησε με την αρχή του μαρτυρίου, αναφερόμενος στην πορεία των Αγίων Πεντεκαίδεκα που ξεκινά από την πόλη της Νίκαιας στη Βιθυνία της Μ. Ασίας τον 4ο μ.Χ αιώνα. Το χριστιανικό στοιχείο ήταν έντονο στην περιοχή καθώς εκεί συγκλήθηκε από τον Μ. Κωνσταντίνο το 325 η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος με κύριο σκοπό την επείγουσα, για την εποχή, ανάγκη αναίρεσης και καταπολέμησης της περί του Υιού και Λόγου του Θεού ως «κτίσματος» του Πατρός κακοδοξίας του Αρείου.
Στην πόλη αυτή λοιπόν, μόλις γνωστοποιούνται οι διαταγές του Αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτου, ο κομενταρήσιος της περιοχής, κάτι αντίστοιχο με τους σημερινούς εισαγγελείς, αφού συγκεντρώνει όλους τους χριστιανούς στον Ιππόδρομο, προσπαθεί με κολακείες να τους μεταστρέψει στην πίστη του Αυτοκράτορα. Όσοι υπέκυψαν στα λεγόμενα και συμμερίστηκαν την πίστη των ειδώλων που τους επιβαλλόταν, έγιναν δέκτες τιμών. Αντίθετα όσοι παρέμειναν σταθεροί στην πίστη τους στο Χριστό, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια αναγκάζοντας πολλούς να καταφύγουν στα γύρω βουνά ή να εγκαταλείψουν μόνιμα την πατρίδα τους.
Ανάμεσά σε αυτούς ήταν ο επίσκοπος Θεόδωρος, ένας από τους τριακόσιους δεκαοκτώ θεοφόρους πατέρες της Α΄ Οικουμενικής συνόδου, ο Τιμόθεος, ο Κομάσιος πρώην στρατιωτικός, και ο μοναχός Ευσέβιος. Οι τέσσερεις αυτοί άνδρες, μένοντας σταθεροί στη πίστη τους εγκαταλείπουν τη Νίκαια και εγκαθίστανται αρχικά στη Θεσσαλονίκη όπου παρέμειναν για μικρό χρονικό διάστημα πριν τη μετάβασή τους στην Τιβεριούπολη. Εκεί διαδίδουν το μήνυμα του Ευαγγελίου τόσο με το κήρυγμά τους όσο και με το βίο τους. Μάλιστα ο Τιμόθεος ορίστηκε επίσκοπος της τοπικής εκκλησίας και ο Κομάσιος αφού ακολούθησε τον μοναχικό βίο κήρυττε το λόγο του Θεού στις περιοχές γύρω από την Τιβεριούπολη. Ο Ευσέβιος διακρίθηκε για την φιλανθρωπία του και ο Θεόδωρος όντας επίσκοπος, διέδωσε το μήνυμα της ορθοδοξίας στους κατοίκους της Τιβεριούπολης.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα προσέτρεξαν και προσκολλήθηκαν σε αυτούς οι Πέτρος, Ιωάννης, Σέργιος, Θεόδωρος και Νικηφόρος οι οποίοι χειροτονήθηκαν πρεσβύτεροι, Βασίλειος και Θωμάς οι διάκονοι και οι μοναχοί Ιερόθεος, Δανιήλ και Χαρίτων, ενώ τη συνάθροιση ολοκληρώνει ο πρώην επιφανής στρατιωτικός Σωκράτης.
Όλοι μαζί ζώντας σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου, το οποίο και μελετούσαν νυχθημερόν κατά τον βιογράφο τους, προσέφεραν ανάπαυση και θεραπεία στις ψυχές των κατοίκων της περιοχής και η διδασκαλία τους εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα. Αυτό φυσικά είχε ως αποτέλεσμα να γίνουν γνωστά τα έργα τους στους απεσταλμένους του αυτοκράτορα στη Θεσσαλονίκη Ουάλη και Φίλιππο. Αυτοί έχοντας ως αρμοδιότητα την εφαρμογή των διαταγών του Ιουλιανού, αποφάσισαν να επισκεφθούν την Τιβεριούπολη με σκοπό να μεταστρέψουν τους χριστιανούς κατοίκους της στην πίστη των ειδώλων.
Με την άφιξή τους συλλαμβάνουν τους αγίους και τους οδηγούν στην ανάκριση την οποία ενεργούν οι ίδιοι καλώντας τους να απολογηθούν για την άρνηση του θελήματος του αυτοκράτορα. Οι άγιοι αφού χλευάζουν την πίστη των ειδώλων, στρέφονται εναντίον της απόφασης του αυτοκράτορα με την οποία εκείνος αρνείται τον αληθινό Θεό και προσπαθεί να συμπαρασύρει και άλλους στην πλάνη του. Εκνευρισμένοι οι απεσταλμένοι από την περιγραφή της επίγειας ζωής και του σωτηριώδους έργου του Χριστού απαιτούν από τους αγίους να θυσιάσουν στα είδωλα πράγμα που με παρρησία αυτοί αρνούνται και για το λόγο αυτό καταδικάζονται σε θάνατο δια ξίφους. Μέχρι και σήμερα στον τόπο του μαρτυρίου των Αγίων διασώζεται μέρος του δέντρου όπου κατά την παράδοση εκτελέστηκαν οι Άγιοι.
Την καταδικαστική απόφαση εναντίον τους οι Άγιοι την δέχτηκαν με χαρά και μάλιστα ο Άγιος Πέτρος ο Πρεσβύτερος γεμάτος από θείο ζήλο, καταφέρεται εναντίων των τυράννων εξαναγκάζοντάς τους με τον τρόπο αυτό να διατάξουν το μαρτύριό του. Αφού λοιπόν τον ξεγύμνωσαν, τον ξάπλωσαν στο έδαφος και με ραβδιά τον μαστίγωναν. Στη συνέχεια του κόβουν τα χέρια και ύστερα τον εκτελούν με το ίδιο σπαθί. Τα χέρια του ιερομάρτυρος πλέον Πέτρου ρίχνονται στα σκυλιά. Κατά παραχώρηση του Θεού μιά εκ γενετής τυφλή περιμαζεύει το δεξί χέρι του αγίου και αφού πηγαίνει στο σπίτι της το καταφιλεί και το βάζει πάνω στα μάτια της. Στο σημείο αυτό επιτελείται το πρώτο θαύμα. Η εκ γενετής τυφλή απέκτησε την ποθητή γι’ αυτήν όραση και δοξολογούσε τον Θεό. Λίγες μέρες αργότερα αναχωρεί με το άγιο λείψανο για τη Θεσσαλονίκη όπου και το καταθέτει στο ναό της Αγία Μάρτυρος Αναστασίας.
Μετά το μαρτύριό τους την 28η Νοεμβρίου του 362, τα μαρτυρικά λείψανα έμειναν για πολλές μέρες εκτεθειμένα, βορά στα θηρία και στα όρνεα. Με τη χάρη και τη πρόνοια του Θεού όμως διατηρούταν ανέγγιχτα. Μετά την αποχώρηση τωναπεσταλμένων Ουάλη και Φιλίππου, οι χριστιανοί περισυνέλεξαν τα τίμια σώματα των μαρτύρων και αποδίδοντάς τους τις πρέπουσες τιμές τα τοποθέτησαν σε ξεχωριστές το καθένα λάρνακες όπου αναγραφόταν το όνομα και το αξίωμά του καθενός.
Όμως, οι Άγιοι Μάρτυρες ακόμα και μετά το θάνατό τους συνέχισαν να συμβάλουν στη διάδοση του Ευαγγελίου. Πως; Μέσω των πολλών θαυμάτων που επιτελούσαν στην ευρύτερη περιοχή οδήγησαν πολλούς ειδωλολάτρες στο άγιο βάπτισμα. Όλα αυτά για περίπου διακόσια χρόνια. Γιατί οι Άβαροι ή Όμβροι όπως αναφέρονται στο Μαρτύριό τους με τη σλαβική τους ονομασία, καταστρέφουν μαζί με τα υπόλοιπα οικοδομήματα και τον ναό όπου βρίσκονταν οι λάρνακες και οι οποίες για πολλά χρόνια αγνοούταν.
Αναφέρθηκε στο γνωστό τεμάχιο των λειψάνων τους, που είναι το δεξί χέρι του Αγίου Ιερομάρτυρος Πέτρου του Πρεσβυτέρου το οποίο μετά την μεταφορά του στη Θεσσαλονίκη, άγνωστο το πότε και με ποιον τρόπο, επανήλθε στη Στρώμνιτσα για να καταλήξει στο Κιλκίς με την έλευση των προσφύγων το 1913 και έκτοτε αποτελεί επίκεντρο της τιμής προς τους Πεντεκαίδεκα ιερομάρτυρες της Τιβεριούπολης.
Δεν παρέλειψε να επισημάνει και μερικά από τα πάμπολλα θαύματα που έχουν καταγραφεί στο μαρτύριο των Αγίων. «Οὗτοι δαιμόνων ἀποσοβοῦντες τὰς φάλαγγας, ῥῶσιν δωροῦνται πιστοῖς» μας πληροφορεί το απολυτίκιο των αγίων στην ακολουθία τους που εκδόθηκε το 1930. Ένας άνδρας κυριευμένος από ακάθαρτο πνεύμα, οδηγήθηκε αλυσοδεμένος στο ναό των Αγίων και δέθηκε σε ένα δέντρο έξω από αυτόν για τρεις ημέρες. Σπάζοντας τις αλυσίδες όρμησε στο ναό και προσπάθησε να ανοίξει τη λάρνακα με τα λείψανα του Αγίου Ευσεβίου. Τότε εμφανίστηκε ο Άγιος μέσα σε φωτιά και αφού επέπληξε το ακάθαρτο πνεύμα, ελευθερώνοντας τον ταλαίπωρο άνδρα, εξαφανίστηκε. Αντίστοιχα και σε κάποια γυναίκα που περιφερόταν μόνη στης ερημιές εξαιτίας του δαιμονίου που την καθοδηγούσε, αφού οδηγήθηκε με θεϊκή βοήθεια στο ναό τον Αγίων και αφού ακολούθησε τις οδηγίες δύο λαμπρών γερόντων που παρουσιάστηκαν με φωτεινή όψη, θεραπεύτηκε. Άλλα θαύματα έχουν σχέση με την ίαση σωματικών και ψυχικών ασθενειών όπως για παράδειγμα τη θεραπεία ενός λεπρού από τα Μογλενά, τη σημερινή επαρχία Αλμωπίας δηλαδή, τη θεραπεία μια τυφλής γυναίκας και άλλες πολλές αναφορές.
Αυτά φυσικά είναι τα καταγεγραμμένα θαύματα των Αγίων, και μάλιστα, κατά τον Θεοφύλακτο, μέρος μόνο αυτών αφού ο ίδιος αναφέρει ότι δεν χορταίνει να διηγείται τα θαυμαστά έργα των Αγίων. Υπάρχουν όμως και σήμερα έγκυρες και έμπιστες μαρτυρίες για την παρουσία των Αγίων στην πόλη του Κιλκίς και μάλιστα στο ναό που είναι αφιερωμένος σε αυτούς.
Περαίνοντας τον λόγο του τόνισε: “Για την Εκκλησία, μάρτυρες θεωρούνται οι χριστιανοί που υπέμειναν βασανιστήρια αλλά και σωματικό θάνατο, προκειμένου να παραμείνουν πιστοί στην ομολογία της πίστης τους στον Χριστό και την Ορθοδοξία. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια η τιμή στους μάρτυρες ήταν μεγάλη και οι χριστιανοί με κάθε τρόπο και κάθε κόστος προσπαθούσαν να συλλέξουν, να διαφυλάξουν και να διαδώσουν κάθε τι που είχε να κάνει με αυτούς.
Σε αυτή τη κατηγορία εντάσσονται και οι δεκαπέντε πολιούχοι και προστάτες του Κιλκίς, αφού όπως είδαμε όχι απλά αγωνίστηκαν για τη διάδοση του Ευαγγελίου, αλλά δε δίστασαν με παρρησία να ομολογήσουν την πίστη τους στον Χριστό και να υπομείνουν τον δια ξίφους θάνατο. Έτσι έγιναν από τον δωροθέτη Θεό, δοχεία χάριτος και πηγές ίασης σε όσους προστρέχουν με πίστη σε αυτούς.
Για το Κιλκίς μας, αλλά και την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας, η παρουσία των Πεντεκαίδεκα Ιερομαρτύρων της Τιβεριούπολης αποτελεί τιμή και καύχημα πολλώ δε μάλλον η σωματική παρουσία ενός εξ αυτών, του αγίου Ιερομάρτυρος Πέτρου του Πρεσβυτέρου, καθώς η αποθησαυρισμένη δεξιά του χείρα στον περικαλλή προς τιμήν των αγίων ναό του Κιλκίς, αποτελεί το μοναδικό γνωστό διασωθέν τεμάχιο από τα ιερά λείψανα των αγίων.
Από το 1913 και εξής, με την έλευση των προσφύγων Στρωμνιτσιωτών, η ιστορία του Κιλκίς έχει συνδεθεί αν όχι και ταυτιστεί με την τιμή προς τους Αγίους Πεντεκαίδεκα ιερομάρτυρες της Τιβεριούπολης, και έχει γίνει συνείδηση σε κάθε πιστό ότι η παρρησία τους προς τον Χριστό είναι μεγάλη ώστε κάθε φορά που αιτούμαστε τη βοήθειά τους να μεσιτεύουν προς Αυτόν για την ωφέλεια του λαού του Κιλκίς και όχι μόνο”.
Την Εκδήλωση έκλεισε πατρικά ο Σεβασμιώτατος κ. Βαρθολομαίος, ο οποίος αφού συνεχάρη τον ομιλητή για τα όσα θαυμαστά ανέφερε σχετικά με τον βίο, το μαρτύριο και τα θαύματα των Αγίων, ευχήθηκε σε όλους να κρατούν μέσα τους Αγίους Πεντεκαίδεκα ως πολύτιμο φυλακτήριο, όχι μόνο για να μας προστατεύουν αλλά κυρίως για να αντλούμε από αυτούς δύναμη και θάρρος, όμοιο με αυτό που αντιμετώπισαν το Μαρτύριο τους!
Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων θα συνεχιστεί με τα Μαρτυρικά 2022, όπου φέτος περιλαμβάνουν επιστημονική ημερίδα με θέμα “Μνήμες Μικράς Ασίας” υπό την αιγίδα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.